Ημερίδα «Φύλο και Έρευνα στις Πολιτικές και Κοινωνικές Επιστήμες»
Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ)
Οι γεννήσεις εκτός γάμου στην Ελλάδα κατά τον 20ο αιώνα: Κοινωνικό πρόβλημα ή μια νέα κοινωνική πραγματικότητα;
του Τρύφωνα Λεμοντζόγλου,
Μεταδιδακτορικού Ερευνητή στην Εφαρμοσμένη Οικονομική Ιστορία (ΣΕΜΦΕ-ΕΜΠ)
Περίληψη
Πλήθος ελλήνων και ξένων μελετητών έχουν ήδη καταγράψει και αναλύσει τις τάσεις αναφορικά με τη γεννητικότητα, τη γαμηλιότητα, τη διαζευκτικότητα και την εμφάνιση νέων μορφών οικογενειακής ζωής στη νεότερη και σύγχρονη Ελλάδα. Ωστόσο, εμπειρικές μελέτες που ρίχνουν φως στους παράγοντες πίσω από την αύξηση των ποσοστών των εκτός γάμου γεννήσεων στην Ελλάδα κατά τον 20ο αιώνα απουσιάζουν σχεδόν πλήρως από τη σχετική ελληνική βιβλιογραφία. Στο πλαίσιο αυτό, η παρούσα εργασία προσφέρει τις πρώτες εμπειρικές ενδείξεις για την ύπαρξη μιας θετικής και στατιστικά σημαντικής σχέσης μεταξύ εξώγαμης γεννητικότητας και «εκμοντερνισμού» της ελληνικής κοινωνίας κατά τον Μεσοπολέμου, ενώ παράλληλα καταδεικνύει μια αρνητική αιτιώδης σχέση ανάμεσα στις γεννήσεις εκτός γάμου και σε ένα πλήθος παρα- γόντων που συνδέονται με την «κοινωνική ευπάθεια» στην Ελλάδα κατά το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα. Τα αποτελέσματα αυτά επιβεβαιώνουν αφενός τη θεωρίας της λεγόμενης «πρώιμης σεξουαλικής επανάστασης» του Edward Shorter, και αφετέρου ξεδιπλώνουν τον προοδευτικό χαρα- κτήρα των εξώγαμων γεννήσεων ως στοιχείου που αντίκειται στις αξίες και τις νόρμες της παραδοσιακής-πατριαρχικής κοινωνίας.
Η παρούσα έρευνα συγχρηματοδοτείται από την Ελλάδα και την Ευρωπαϊκή ́Ενωση (Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο) μέσω του Επιχειρησιακού Προγράμματος ≪Ανάπτυξη Ανθρώπινου Δυναμικού, Εκπαίδευση και Διά Βίου Μάθηση≫, στο πλαίσιο της Πράξης ≪Ενίσχυση Μεταδιδακτόρων ερευνητών/ερευνητριών - Β Κύκλος≫ (MIS-5033021), που υλοποιεί το ́Ιδρυμα Κρατικών Υποτροφιών (ΙΚΥ).
Εισαγωγή
Η δυναμική εξέλιξη των οικογενειακών σχέσεων στη νεότερη και σύγχρονη Ελλάδα παρουσιάζει σημαντικές διαφοροποιήσεις σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, με κύρια χαρακτηριστικά τη χαμηλή ηλικία κατά τη σύναψη του γάμου (κυρίως για τις γυναίκες), τα πολύ χαμηλά ποσοστά διαζυγίων και για τα δύο φύλα και τα ακόμη χαμηλότερα ποσοστά γεννήσεων εκτός γάμου (Gavalas 2008· Lemontzoglou 2019· Papataxiarchis 2012· Sant Cassia & Bada 1992). Μάλιστα, ακόμη και συγκριτικά με τις χώρες που υιοθέτησαν το λεγόμενο «μεσογειακό μοντέλο»1, η περίπτωση της Ελλάδας παρουσιάζει σημαντικές ιδιαιτερότητες.
Παραδόξως, αν και το νεοσύστατο ελληνικό κράτος ξεπρόβαλε ως ένα από τα πιο «μοντέρνα» αστικά κράτη της Ευρώπης, τα στερεότυπα, οι προκαταλήψεις και οι διακρίσεις σε βάρος των γυναικών παρέμειναν κυρίαρχα στην ελληνική κοινωνία, τουλάχιστον μέχρι το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα (Dubisch, 1986·Lazaridis, 2009· Thanailaki, 2018). Μια ιδιόμορφη εξαίρεση αποτέλεσαν τα ελληνικά νησιά2, στα οποία οι γυναίκες απολάμβαναν μια κοινωνικά πιο ανεβασμένη θέση συγκριτικά με την ηπειρωτική χώρα (Thanailaki, 2018).
Ωστόσο, η γενίκευση και εμπέδωση των κεφαλαιοκρατικών παραγωγικών σχέσεων στην Ελλάδα, συνοδευόμενη από τη ραγδαία αστικοποίηση και εκβιομηχάνιση της ελληνικής κοινωνίας κατά τον 20ο αιώνα, επέφερε μια σειρά σημαντικών αλλαγών στη μορφή της παραδοσιακής ελληνικής οικογένειας, οδηγώντας σε μείωση της δημοφιλίας του γάμου, αύξηση των διαζυγίων και αύξηση των γεννήσεων εκτός γάμου. Παρ’ όλο που οι τάσεις αυτές έχουν ήδη καταγραφεί στην υπάρχουσα ελληνική βιβλιογραφία (Balourdos et al. 2007· Chouliarakes1973, 1988· Dimitras 1971· Gavalas 2001· Hionidou 1995, 1997, 2006·Kotzamanis & Androulaki 2009· Kotzamanis & Sofianopoulou 2009· Michaleas 2005· P eristera & Kostaki 2007· Siampos 1973· Siampos & V alaoras1969· V alaoras 1960,1969), εμπειρικές μελέτες που ρίχνουν φως στους κοινωνικοοικονομικούς παράγοντες πίσω από την αύξηση των εξώγαμων γεννήσεων στη σύγχρονη Ελλάδα δεν έχουν ακόμη πραγματοποιηθεί.
Σε γενικές γραμμές, το φαινόμενο των παιδιών εκτός γάμου, τόσο στην ελληνική όσο και στη διεθνή σχετική βιβλιογραφία, συχνά αναφέρεται ως μείζον κοινωνικό πρόβλημα συνδεόμενο με τις ασταθείς οικογενειακές σχέσεις, τις μονογονεϊκές οικογένειες, τη συναισθηματική ανασφάλεια των παιδιών, την εγκατάλειψη, τη φτώχεια, το χαμηλό μορφωτικό επίπεδο, ακόμη και τη σεξουαλική κακοποίηση (Cherlin, 2004· Cleland, 2001· Fairchilds, 1978· Fuchs, 1987· Oosterveen et al., 1980· Reid & Blaikie, 2006· Revuelta − Eugercios, 2013· Schumacher et al., 2007· Smout, 1980· Tilly et al., 1976), αντίληψη που ωστόσο αποσιωπά μια άλλη πτυχή του φαινομένου των εξώγαμων γεννήσεων, αυτή που συνδέει την αύξηση της εξώγαμης γεννητικότητας με την εκβιομηχάνιση, τη σεξουαλική απελευθέρωση, τη διάχυση νέων προτύπων και ηθών («προλεταριακή κουλτούρα») και την εμφάνιση νέων μορφών οικογενεια- κής ζωής και συμβίωσης που αντιβαίνουν τις αξίες της παραδοσιακής πατριαρ- χικής οικογένειας (Shorter, 2009).
Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να καλύψει το υπάρχον κενό της ελληνικής βιβλιογραφίας, προσφέροντας τις πρώτες εμπειρικές ενδείξεις για την ύπαρξη μιας θετικής και στατιστικά σημαντικής σχέσης μεταξύ εξώγαμης γεννητικότητας και «κοινωνικού εκμοντερνισμού» στην Ελλάδα κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου. Επιπρόσθετα, καλύπτοντας την περίοδο 1956-1997, η παρούσα εργασία φέρνει στην επιφάνεια την ύπαρξη μιας αρνητικής αιτιώδους σχέσης μεταξύ εξώγαμης γεννητικότητας και ενός πλήθους παραγόντων που συνδέονται με την «κοινωνική ευπάθεια», όπως είναι η ανεργία, η παραβατική συμπεριφορά και η βρεφική θνησιμότητα. Τα αποτελέσματα αυτά επιβεβαιώνουν αφενός τη θεωρία της λεγόμενης «πρώιμης σεξουαλικής επανάστασης» του Edward Shorter, σύμφωνα με την οποία μια πρώτη και λιγότερο δημοφιλής «σεξουαλική επανάσταση» προηγήθηκε εκείνης της δεκαετίας του ́60, και αφετέρου αναδεικνύουν τον εξελικτικό και προοδευτικό χαρακτήρα του φαινομένου των γεννήσεων εκτός γάμου ως στοιχείου που ξεπηδά από το πέρασμα της κοινωνίας σε μια ανώτερη βαθμίδα, αντιβαίνοντας τις πατριαρχικές αξίες και συμπεριφορές αναφορικά με την οικογένεια και το γάμο. ́Ολα τα στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν για την εκπόνηση της παρούσας εργασίας συγκεντρώθηκαν από τις ετήσιες απογραφές της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ)3 για τις περιόδους 1921-1938 και 1956-1997, ενώ η στατιστική επεξεργασία και ανάλυση των δεδομένων έγινε με τη χρήση του οικονομετρικού πακέτου Eviews.
1Benigno (1989)· Hajnal (1965) and Laslett (1983).
2Το γεγονός αυτό μπορεί να εξηγηθεί από τη συχνή απουσία των ανδρών, οι οποίοι τα- ξίδευαν στις θάλασσες ως ναυτικοί. Μια άλλη εξήγηση είναι το γεγονός πως αρκετά ελληνικά νησιά δε γνώρισαν ποτέ την οθωμανική κυριαρχία (βλ. Επτάνησα), ενώ άλλα απολάμβαναν ένα ειδικό καθεστώς αυτονομίας (βλ. προνομιούχα νησιά του Αρχιπελάγους), αναπτύσσοντας έτσι κοινωνικά πρότυπα πιο κοντά στη δυτική πραγματικότητα.
3́Ολες οι απογραφές που χρησιμοποιήθηκαν είναι διαθέσιμες στην ψηφιακή βιβλιοθήκη της ΕΛΣΤΑΤ (http : //dlib.statistics.gr/portal/page/portal/ESY E/).
***
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου